ΜΗΝΥΜΑ

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Τί συμβολίζουν τά σήμαντρα καί τά τάλαντα

Πριν τη διάδοση της καμπάνας ήταν σε χρήση τα σήμαντρα, τόσο στα Μοναστήρια όσο και στους ενοριακούς Ναούς.Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επανήλθε η χρήση τους, καθώς απαγορεύτηκε ο χτύπος της καμπάνας.Σήμερα είναι σε χρήση μόνον στα Μοναστήρια. Ανάλογα με την Ακολουθία του νυχθημέρου, είναι σε χρήση και το αντίστοιχο σήμαντρο.
Με αυτή την ονομασία αναφέρονται:

α) Το τάλαντο ή χειροσήμαντρο, το οποίο είναι μια μακρόστενη σανίδα που στις άκρες μπορεί να έχει τρείς ή πέντε οπές. Οι τρείς οπές συμβολίζουν τον Τριαδικό Θεό, ενώ οι πέντε οπές, σε σχήμα Σταυρού, τις ανθρώπινες αισθήσεις που πρέπει να είναι σε εγρήγορση.
Ο ήχος συμβολίζει την διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης, τα βήματα του Θεού μέσα στον Παράδεισο, όταν επισκεπτόταν τους πρωτοπλάστους αλλά, και το κάλεσμα του Νώε για την είσοδο των ζώων κατά ζεύγη στην κιβωτό.
Παλαιά Διαθήκη, Γένεση – Κεφάλαιο 3, Στίχοι 8 – 10..«Και άκουσαν τη φωνή τού Κυρίου τού Θεού, να περπατάει στον παράδεισο προς το δειλινό· και ο Αδάμ και η γυναίκα του κρύφτηκαν από το πρόσωπο του Κυρίου τού Θεού, ανάμεσα στα δέντρα τού παραδείσου. Και ο Κύριος ο Θεός κάλεσε τον Αδάμ, και του είπε: Πού είσαι; Κι εκείνος είπε: Άκουσα τη φωνή σου στον παράδεισο, και φοβήθηκα, επειδή είμαι γυμνός· και κρύφτηκα».
Το τάλαντο είναι και μονάδα βάρους καθώς και νομισματική υποδιαίρεση, που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι, οι Εβραίοι, οι Έλληνες οι Ρωμαίοι.
Το τάλαντο ως μονάδα βάρους, συμβολικά μεταφέρεται και καθορίζει το βάρος των αγαθών έργων και της πίστης για τη σωτηρία της ψυχής.

β) Το μεγασήμαντρο ή κόπανος είναι μια κρεμαστή χοντρή μακρόστενη σανίδα, που έχει και αυτή στις άκρες τρείς ή πέντε οπές, συμβολίζοντας αντίστοιχα τον Τριαδικό Θεό και τις πέντε ανθρώπινες αισθήσεις, οι οποίες πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Ο ήχος συμβολίζει την διδασκαλία την Καινής Διαθήκης, την παρουσία του ενανθρωπήσαντος Θεού στην γη και το κήρυγμά Του, καθώς και το δοθέν τάλαντο, το οποίο πρέπει να αξιοποιήσει ο άνθρωπος, σύμφωνα με την παραβολή των ταλάντων.
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Κεφάλαιο 25, Στίχοι 14 – 30..
«Επειδή, θα΄ρθει σαν ένας άνθρωπος ο οποίος, προκειμένου να αποδημήσει, κάλεσε τους δούλους του, και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του· και σε έναν μεν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δε δύο, και σε άλλον ένα· σε κάθε έναν σύμφωνα με τη δική του ικανότητα· κι αμέσως αποδήμησε. Εκείνος δε που πήρε τα πέντε τάλαντα πήγε, και δουλεύοντας μ’ αυτά, έκανε άλλα πέντε τάλαντα.
Το ίδιο και εκείνος που πήρε τα δύο, κέρδησε κι αυτός άλλα δύο. Εκείνος δε που πήρε το ένα, πήγε και έσκαψε στη γη, και έκρυψε το ασήμι τού κυρίου του. Και μετά από πολύ καιρό έρχεται ο κύριος εκείνων των δούλων, και κάνει λογαριασμό μαζί τους.Και όταν ήρθε αυτός που πήρε τα πέντε τάλαντα, παρουσίασε άλλα πέντε τάλαντα, λέγοντας: Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες· δες, με βάση αυτά κέρδησα άλλα πέντε τάλαντα. Και ο κύριός του είπε σ’ αυτόν: Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω· μπες μέσα στη χαρά τού κυρίου σου.
Και καθώς ήρθε κοντά και εκείνος που πήρε τα δύο τάλαντα, είπε: Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες· δες, με βάση αυτά κέρδησα άλλα δύο τάλαντα. Και ο κύριός του είπε σ’ αυτόν: Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω· μπες μέσα στη χαρά τού κυρίου σου.
Και καθώς ήρθε κοντά και εκείνος που πήρε το ένα τάλαντο, είπε: Κύριε, σε γνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζοντας όπου δεν έσπειρες, και μαζεύοντας απ’ όπου δεν διασκόρπισες· και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη· δες, έχεις το δικό σου.
Και ο κύριός του, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Πονηρέ δούλε και οκνηρέ, ήξερες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα, και μαζεύω απ’ όπου δεν διασκόρπισα· έπρεπε, λοιπόν, να βάλεις το ασήμι μου στους τραπεζίτες· και όταν ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα το δικό μου μαζί με τόκο.
Πάρτε, λοιπόν, απ’ αυτόν το τάλαντο, και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Επειδή, σε όποιον έχει, θα δοθεί, και θα του περισσεύσει· και απ’ αυτόν που δεν έχει, και εκείνο που έχει, θα αφαιρεθεί απ’ αυτόν.
Και τον αχρείο δούλο ρίξτε τον στο εξώτερο σκοτάδι· εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών».Ο κόπανος είναι ένα παλαιό χειρωνακτικό γεωργικό εργαλείο για το αλώνισμα των δημητριακών. Η μετατροπή και χρήση του εργαλείου αυτού από την Εκκλησία συμβολίζει το πνευματικό «αλώνισμα» των ψυχών.

γ) Το αγιοσίδερο είναι μεταλλικό σήμαντρο, που με τον ήχο του συμβολίζει και υπενθυμίζει την σάλπιγγα του Αγγέλου, η οποία θα ακουστεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, την φωνή του Θεού που θα αποδώσει στον κάθε άνθρωπο την δίκαιη κρίση Του. 
Πηγή: Αρχιμ Ισαάκ Τσάπογλου
Βιβλίο: Ηγάπησα, Κύριε, ευπρέπειαν οίκου σου…

Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Νύχτα Τσικνοπέμπτης....!

«Πώς αγριεύουν έτσι οι άνθρωποι; Πώς μεμιάς αφήνονται έρμαια στις ροπές καί στίς τάσεις τής φθαρτής ανθρώπινης τους φύσης; Πώς κατάντησε απόψε αυτή η ήσυχη επαρχιακή πόλη; Θαρρείς καί δέν τήν κατοικούν άνθρωποι αλλά ανθρωπόμορφα τέρατα πού άλλος μέ κεφάλι γαιδάρου, άλλος λιονταριού, άλλος πιθήκου τρέχουν νά προλάβουν νά γλεντήσουν, νά μεθύσουν, νά άμαρτήσουν όσο γί­νεται περισσότερο. Γιατί απόψε είναι Τσικνοπέμπτη καί γέμισε ή πόλη μασκαράδες. Απόψε κάθε λογικός άνθρωπος δέν ξεμυτίζει από τό σπίτι του».Αυτά σκεφτότανε ό παπα-Θανάσης, καθώς έμπαινε ατό σπίτι του γυρνώντας από τό ναό.
- ’Α, παπαδιά μου, τό κακό παράγινε! Ο Θεός νά μας συγχωρέσει, είπε στή γυναίκα του, μόλις μπήκε μέσα.Εκείνη τόν κοίταξε μέ κατανόηση.
-  Ο Θεός νά μας φυλάει, είπε καί άρχισε νά ετοιμάζει τό βραδινό φαγητό.
Στό σπίτι του παπα-Θανάση, περασμένα πιά τά μεσάνυχτα, επικρατεί ησυχία. Τά παιδιά καί ή παπαδιά είχαν ήδη κοιμηθεί κι ό παπα-Θανάσης ετοιμαζότανε καί κείνος νά πάει γιά ύπνο,όταν ακούστηκε τό κουδούνι τής πόρτας. Τινάχτηκε μέσα στόν ύπνο της η παπαδιά καί βρέθηκε δίπλα στόν παπα-Θανάση.
- Μην ανοίγεις τέτοια νύχτα, πάτερ μου! τόν παρακάλεσε φοβισμένη.
-  Γιατί φοβάσαι; τήν καθησύχασε εκείνος. Είναι η πρώτη φορά πού μάς κτυποϋν τέτοια ώρα τήν πόρτα; Αφού τό ξέρεις τό σπίτι του Ιερέα διανυκτερεύει κάθε βράδυ.
-  Ναι, μά απόψε...
Της χαμογέλασε ό παπα-Θανάσης καί άνοιξε τήν πόρτα.
-  Πάτερ μου, μέ συγχωρείτε πού ήρθα τέ­τοια ώρα, όμως ή μάνα μου πεθαίνει καί ζητά νά έξομολογηθεί καί νά κοινωνήσει.
'Ο άνθρωπος πού στεκόταν μπροστά του, παρό­λο πού ήταν άντρας, έτρεμε ολόκληρος κι άφηνε τά δάκρυά του δίχως ντροπή νά τρέχουν.
- Πήγαινε εσύ κοντά της, παιδί μου, καί γώ πάω ώς τήν εκκλησία νά πάρω τή θεία Κοινωνία καί έρχομαι αμέσως.
’Έφυγε ό άντρας αφήνοντας στόν παπα-Θανάση τή διεύθυνσή του.
- Που θά πας, πάτερ μου, μόνος σου τέτοια ώρα, μιά τέτοια νύχτα; Δέ φοβάσαι; Γ ιατί δέν τόν κρατούσες νά πάτε συντροφιά;»
Ή παπαδιά μιλούσε καί κείνος τήν κοίταζε αυστηρά.
- Μόνος είπες, παπαδιά, μόνος; Κι ό Κύριος πού θά κουβαλάω στά χέρια μου;’Ά, παπαδιά μου, κάτι σ’ έχει πιάσει απόψε καί δέ μιλάς γνωστικά.
Ντύθηκε ό παπα-Θανάσης καί βγήκε στό δρό­μο. Ξέχασε πώς ήταν νύχτα Τσικνοπέμπτης. Δέν τόν άπασχολούσαν καθόλου οί μασκαράδες πού έβλεπε γύρω του.Ένα μόνο τόν απασχολούσε, νά προλάβει νά δώσει τό «φάρμακο τής αθανασίας» στην ετοιμοθάνατη.
Πήρε με δέος στά χέρια του τό Σώμα καί τό Αίμα του Χρίστου καί ξαναβγήκε στό δρόμο. Δέν κοιτούσε ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Μόνο έτρεχε νά προλάβει.Σέ μιά στροφή του δρόμου ακούσε γέλια καί φωνές. Κάποιος φώναξε κοροϊδευτικά: «Τήν ευχή σου Δέσποτα!», μά δέν γύρισε νά κοιτάξει. Καί τότε, δέν κατάλαβε πως, βρέθηκε κυκλωμένος από μιά παρέα μασκαράδων, πού προσπαθούσαν νά τόν σταματήσουν.
- Συνάδελφε, που πάμε;
Ένας νεαρός μασκαρεμένος σέ παπά, μέ χνώτο πού μύριζε ποτό, στεκόταν μπροστά του κρατώντας στό χέρι ένα σταυρό. Τα’χασε ό παπα-Θανάσης καί πριν προλάβει νά πει τίποτα, δέχτηκε τήν επίθεση όλου του τσούρμου. Άλλος τόν τραβούσε άπό τά ράσα κι άλλος του έβγαζε τό καλυμμαύχι.
'Ο παπα-Θανάσης έσφιξε στό στήθος του τ’ άχραντα Μυστήρια καί προσπάθησε νά τούς μι­λήσει, μά κανένας δέν άκουγε. Κάποιος τότε του τράβηξε τή γενειάδα καί -σάν νά τόν κτύπησε ηλεκτρικό ρεϋμα- άρχισε νά φωνάζει;
- Είναι αληθινός, ρέ, είναι αληθινός!
Ή παρέα κοκκάλωσε στή θέση της κι ό παπα- Θανάσης, μέ τό πρόσωπο μουσκεμένο από τόν ιδρώτα της αγωνίας καί τά δάκρυα του, τούς κοίτα­ξε χωρίς νά μιλα.
- Συγγνώμη, πάτερ! είπε εκείνος που του τρά­βηξε τή γενειάδα. Νομίζαμε πώς ήσασταν ψεύτικος σάν κι αύτόν καί...
- Σας είδαμε καί τέτοια ώρα έξω καί ήμασταν σίγουροι πώς ήσασταν μασκαρεμένος. Συγχωρέστε μας! είπε ένας άλλος.
- Πάω νά κοινωνήσω μιά ετοιμοθάνατη, παιδιά μου.'Ο θάνατος δέν έχει ώρες κατάλ­ληλες καί ακατάλληλες κι εγώ τρέχω νά τόν προλάβω. Καί σύ, παιδί μου, βγάλε τά ράσα τά τιμημένα. Μην αμαρτάνεις άλλο ρεζιλεύοντάς τα. Είναι πολύ ιερό τό ράσο, γιά νά μασκαρεύεσαι μ’ αυτό. Τραβάτε στά σπίτια σας, παιδιά μου, κι ό Θεός νά σας συγχωρέσει.
Άνοιξε τό βήμα του ό παπα-Θανάσης, γιά νά κερδίσει τό χαμένο χρόνο.Ήταν πικραμένος ώς τά κατάβαθά του. Τόσο πολύ, λοιπόν, χάλασαν σι άνθρωποι, ώστε μασκαρεύονται καί Ιερείς;
- Πάτερ, Πάτερ!
Ή φωνή πού έφτασε στά αυτιά του ήταν γεμά­τη αγωνία. Σταμάτησε καί περίμενε. Ένας νεαρός κατακόκκινος από τήν τρεχάλα καί τήν ντροπή έφτασε κοντά του λαχανιασμένος.
- Πάτερ! Είμαι κείνος πού ντύθηκε παπάς. Τό έκανα εντελώς απερίσκεπτα, πάτερ και... καί θέλω νά ’ρθω μαζί σας στό σπίτι της έτοιμοθάνατης. Δέν... δέν θέλω νά σας πάρουν κι άλλοι γιά ψεύτικο...
Ό παπα-Θανάσης του έκανε νόημα νά τόν ακολουθήσει. Στά χέρια του ό νεαρός κρατούσε τό σταυρό πού είχε μαζί του. Μπήκαν στό σπίτι τής ετοιμοθάνατης σιωπηλοί.
- Χαίρομαι, πάτερ, πού βρήκατε καί παπαδάκι καί δέν ήρθατε μόνος, είπε ό αντρας πού τόν είχε καλέσει.
Ό νεαρός ξανακοκκίνησε καί κοίταξε μέ αγωνία τόν παπα-Θανάση.
Ναι, ό Θεός μου τόν έστειλε, είπε εκείνος καί τά λόγια του καρφώθηκαν στήν καρδιά του νεαρού.
- Πάτερ, δέν θά σας εγκαταλείψω ποτέ, έλεγε ό νεαρός λίγη ώρα αργότερα, όταν ό παπα-Θανάσης κλείδωνε τό ναό, αφήνοντας ξανά μεσα τό Σώμα καί τό Αίμα του Χριστού, θά γίνω ό βοη­θός σας, τό παπαδάκι σας.’Ίσως έτσι μέ συγχω­ρήσει ό θεός γιά τήν ιεροσυλία πού έκανα.
-'Αμποτε, παιδί μου, νά τό φορέσεις τό ράσο κι αληθινά, είπε ό παπα-Θανάσης καί τόν ευλόγησε με τά δυό του χέρια, εκείνα πού πριν από λίγο κρατούσαν τόν Ίδιο τόν Κύριο. Καί παράξενο ό παπα-Θανάσης είχε τή σιγουριά πώς αύτό θά γινό­ταν κάποια μέρα! Καί ακόμα πιό παράξενο  τήν ίδια σιγουριά ένιωθε μέσα του κι ό νεαρός.

Ψυχοσάββατο. Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος

Μνημόσυνο: Γενικά μνημόσυνο ονομάζεται η τελετή εκείνη που γίνεται σε μνήμη νεκρών. Συνήθως είναι θρησκευτική και συνοδεύεται με σχετικές δεήσεις προς ανάπαυση της ψυχής των.
Θρησκευτικά μνημόσυνα: Το θρησκευτικό μνημόσυνο έχει δύο μορφές. Είτε ψάλλεται τρισάγιο στον τάφο του νεκρού είτε ψάλλεται επιμνημόσυνη δέηση στην εκκλησία μετά τη λειτουργία (συνήθως αμέσως πριν την απόλυση). Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο ("τριήμερα") και στις εννιά ημέρες ("εννιάμερα") από τον θάνατο του νεκρού, ενώ επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο "σαρανταήμερο" ή "στα σαράντα" (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες ("τρίμηνα"), στους έξι μήνες ("εξάμηνα") και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία όπου γίνεται και η εκταφή.
Μετά το πέρας της τελετής του μνημοσύνου ακολουθεί το μοίρασμα κολλύβων στους συμμετέχοντες (όπως και στην κηδεία). Τα κόλλυβα ή "στερνά" είναι ένα γλύκισμα με κύρια συστατικά βρασμένο σιτάρι, σταφίδες και άλλα "ηδύσματα" καθώς και ζάχαρη. Αυτά λέγονται και "συγχώρια" επειδή καθένας που λαμβάνει για να φάει εύχεται τη συγχώρεση του νεκρού από τον Θεό με τη φράση "Θεός συγχωρέστον" ή "Θεός συγχωρέστω". Κόλλυβα δε μοιράζονται στο τρισάγιο.
Ψυχοσάββατο: Στον εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, η προσευχή της Εκκλησίας κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους, σε ανάμνηση της εις Άδη καθόδου του Χριστού κατά το Μ. Σάββατο.

Ψυχοσάββατο όμως θεωρείται κυρίως το Σάββατο πριν την Κυριακή των Απόκρεω και το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής, οπότε και τελούνται επίσημα μνημόσυνα της Εκκλησίας υπέρ των κεκοιμημένων "των επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου, [...] ευσεβώς ορθοδόξων, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομόναχων, ιεροδιακόνων, μοναχών, μοναζουσών, πατέρων, προπατόρων, πάππων, προπάππων, γονέων, συζύγων, τέκνων, αδελφών και συγγενών ημών εκ των απ' αρχής και μέχρι των εσχάτων".
Η καθιέρωση του Ψυχοσάββατου είναι μια υπόμνηση ότι το σώμα θα αναστηθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το Ψυχοσάββατο στη Λαογραφία: Στη γιορτή των Αγ. Θεοδώρων τιμούνται μαζί, οι μεγαλομάρτυρες ΄΄Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων΄΄ του 3ου αιώνα και  Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης του 4ου αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεόδωρος ο Τήρων που ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν στρατιώτης επί Διοκλητιανού στο τάγμα των Τηρώνων (νεοσύλλεκτων), κατά τη διάρκεια λιμού στην περιοχή των Ευχαΐτων της Γαλατίας, έθρεψε τον πληθυσμό μιας πόλης με κόλλυβα. Από τότε καθιερώθηκε να προσφέρονται στους ναούς, το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας των Νηστειών (και Ψυχοσάββατο), κόλλυβα.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η καθιέρωση των κόλλυβων συνδέεται με ένα θαύμα που έκανε ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων επί του αυτοκράτορος Ιουλιανού του Παραβάτου, που ήταν αντίθετος στη νηστεία των χριστιανών. Ο αυτοκράτορας, διέταξε τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης, όταν πλησίαζε η πρώτη εβδομάδα των νηστειών, να εξαφανίσουν από την αγορά κάθε είδους τρόφιμα και να αφήσουν μόνο τα ειδωλόθυτα, ώστε να αναγκαστούν οι χριστιανοί να φάνε από αυτά που προέρχονταν από τις θυσίες. Τότε ο άγιος Θεόδωρος παρουσιάστηκε ως οπτασία στον πατριάρχη Ευδόξιο και του φανέρωσε το σχέδιο του Ιουλιανού, υποδεικνύοντας του συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί, αντί για άλλη τροφή, κόλλυβα.
Προέλευση: Τα μνημόσυνα είναι πανάρχαιο έθιμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν την συγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών (Ιλιάδα Ι 497). Υπήρχαν μάλιστα και ιερείς αγύρτες που επισκέπτονταν τις οικίες των πλουσίων, ισχυριζόμενοι πως είχαν από τους θεούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες "ζώντων και νεκρών" με κατάλληλες γι΄ αυτές ιεροτελεστίες και θυσίες (Πλάτων "Πολιτείαι" Β' 364).
Οι αρχαίοι έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την 3η, την 9η και την 30ή από της ημέρας θανάτου, καλούμενο το τελευταίο "τριακάς" όπου γινόταν και νεκρόδειπνο, καθώς και κατ' έτος κατά την επέτειο των γενεθλίων του αποθανόντος. Στο Άργος το πρώτο μνημόσυνο γινόταν υπέρ του νεκρού προς τιμή όμως του Απόλλωνα, το δε της 30ης προς τιμή του Ερμή. Γενικά σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τελούνταν μνημόσυνα καλούμενα "Νεκύσια" με προσφορές οίνου, ελαίου, αρωμάτων και με θυσία κόκορα ή κότας, χρώματος όμως κατά κανόνα μαύρου.
Σε αντίθεση με τους αρχαίους Έλληνες οι Εβραίοι φαίνεται πως δεν τηρούσαν παρόμοιο έθιμο. Στη Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται μόνο μια φορά παρόμοιο γεγονός στο Β' Μακκαβαίων (12, 43) όταν ο Ιούδας φέρεται πως έστειλε από λάφυρα πολέμου το χρηματικό ποσό των περίπου 2.000 δραχμών στο ναό της Ιερουσαλήμ για τέλεση μνημοσύνου "θυσίας" για τα αμαρτήματα των νεκρών Εβραίων που σκοτώθηκαν σε μάχη επειδή προς στιγμή είχαν παραπλανηθεί στην ειδωλολατρεία που γι΄ αυτόν τον λόγο και σκοτώθηκαν!.
Περί των μνημοσύνων των πρώτων χριστιανών έχουν αναφέρει οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Αυγουστίνος, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Γρηγόριος Νύσσης κ.ά.
Από τους Βυζαντινούς χρόνους η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία τηρεί κατά παράδοση τέλεση μνημοσύνων υπέρ αναπαύσεως των νεκρών κατά τη 3η ημέρα από του θανάτου (που σχετίζεται με την Ανάσταση), την 9η, την 40η (που σχετίζεται με την Ανάληψη), στη συμπλήρωση 3 μηνών, 6 μηνών και έτους. Μετά τη συμπλήρωση έτους τελούνται μνημόσυνα υπέρ όλων των νεκρών της οικογένειας, Βασιλέων και λαϊκών κατά τον εσπερινό της Παρασκευής των Απόκρεων ενώ την Παρασκευή της Τυροφάγου μόνο για τους κληρικούς, καθώς επίσης (και για όλους) το Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων (α' Σάββατο Νηστειών), το Σάββατο του Λαζάρου ως και στον εσπερινό της Παρασκευής της προηγουμένης του Ψυχοσαββάτου της Πεντηκοστής (κοινώς του Ρουσαλιού).
Ειδικότερα η Εκκλησία της Ελλάδος καθόρισε επιπλέον τη Γ' Κυριακή των Νηστειών (ή Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως) ετήσιο μνημόσυνο των "υπέρ πίστεως και Πατρίδος αγωνισαμένων και πεσόντων...". Παλαιότερα είχε επίσης καθορισθεί και η 29η Αυγούστου ετήσιο μνημόσυνο για τους πεσόντες εναντίον των συμμοριτών.
Εκκλησιαστικό δίκαιο: Σύμφωνα με τους κανόνες της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας μνημόσυνα τελούνται από αρχιερείς (αρχιερατικά) και ιερείς μόνο υπέρ νεκρών Ορθοδόξων Χριστιανών. Απαγορεύονται ρητά σε αφορεσμένους, αιρετικούς, όσοι αυτοκτόνησαν και μονομάχους εκτός κι αν μετανόησαν ειλικρινά πριν επέλθει το τέλος ή αποδειχθεί για όσους αυτοκτόνησαν ότι ενήργησαν με όχι "πλήρεις τας φρένας".
Βιβλιογραφία
"Εγκυκλοπαιδικό λεξικό Ηλίου" τ.13
"Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" Δρανδάκη.
Β. Στεφανίδου, "Εκκλησιαστική Ιστορία απ' αρχής μέχρι σήμερον". Αθήναι 1948

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

Ο Ορφέας Χριστός
Η ανάγκη του ανθρώπου να επικοινωνήσει με το θείο, να το νιώσει κοντά του και να το ευχαριστήσει, υπάρχει από τη πρώτη στιγμή της ύπαρξης του και εκφράστηκε όχι μόνο μέσω της λατρείας και της προσευχής, αλλά και μέσω της τέχνης.
Έτσι ο άνθρωπος όλων των εποχών και όλων των θρησκειών, δημιούργησε έργα τέχνης άξια θαυμασμού, όπως τα τεράστια Ζιγκουράτ (είδος πυραμίδων) στην Αρχαία Μεσοποταμία, το Ναό του Σολομώντα στο Ισραήλ, το Παρθενώνα στην Αρχαία Ελλάδα, το Ταζ Μαχάλ στην Ινδία και έναν ακόμα ατέλειωτο κατάλογο κάθε μορφής και κάθε είδους τέχνης....

Ακόμα και όταν κάποιες μορφές της τέχνης θεωρούνται απαγορευμένες από το θρησκευτικό πιστεύω του ανθρώπου, αυτός μηχανεύεται τρόπους να ξεπεράσει αυτή την απαγόρευση ή δημιουργεί νέου είδους καλλιτεχνήματα μένοντας πιστός σ’ αυτή την απαγόρευση. Έτσι π.χ. όταν ο Μουσουλμάνος καλλιτέχνης θέλει να απεικονίσει τον προφήτη του Μωάμεθ – κάτι που απαγορεύεται στον Ισλαμισμό – μηχανεύεται το εξής. Ζωγραφίζει ολόκληρο τον προφήτη Μωάμεθ, αλλά τη θέση του προσώπου την αφήνει κενή. Αλλά και η απαγόρευση απεικόνισης του θείου δεν στέκεται εμπόδιο να εκφράσει τη τέχνη του και δημιουργεί τα περίφημα «αραβουργήματα» που στολίζουν τα τζαμιά και τα τεμένη του.
Κατ’ όμοιο τρόπο και ο πρώϊμος Χριστιανισμός φοβούμενος να μην ολισθήσει στην ειδωλολατρία – αφού ως γνωστόν η πλειοψηφία των πιστών του προέρχονταν από αυτή – αποφεύγει να απεικονίσει το Θείο. Αλλά η επιθυμία του πιστού της εποχής εκείνης να εκφραστεί μέσω της Τέχνης είναι τόσο μεγάλη και τόσο αδήριτη που δεν μπορεί να την καταπνίξει με τίποτα και θέλει οπωσδήποτε να την εκφράσει. Έτσι καταφεύγει στα σύμβολα με τα οποία ζητεί να εκφράσει τα βαθύτερα νοήματα τη πίστης του. Γι’ αυτό άλλωστε και η ζωγραφική των συμβόλων αδιαφορεί για τον νατουραλισμό και την φυσικότητα που εκφράζεται μέσω των τριών διατάσεων και καταφεύγει στην απεικόνιση των μορφών διά ελαφρών κινήσεων θέλοντας ταυτοχρόνως να αναδείξει την ιδέα του υπερφυσικού κόσμου. Η καταφυγή του στα σύμβολα γίνεται και για ένα πρόσθετο λόγο. Πως με τα σύμβολα και την αλληγορία προσπαθεί να συγκαλύψει τις ιδέες της πίστης του οι οποίες εδιώκοντο την εποχή εκείνη από την ειδωλολατρία.
Τα πρωτοχριστιανικά αυτά σύμβολα ιστορούνταν συνήθως σε τρία μέρη. Είτε σε μεμονωμένους τάφους των πιστών, είτε στις χριστιανικές σαρκοφάγους – ορθογώνιες λάρνακες των νεκρών – είτε το κυριότερον όπου άλλωστε αναδεικνύονταν και ο πλούτος της ζωγραφικής στις περίφημες κατακόμβες.
Τριμερής υπήρξε επίσης και το θεματολόγιο των συμβόλων το οποίο ήταν ειλημμένο από τον Ελληνιστικό και ειδωλολατρικό κόσμο, την Παλαιά Διαθήκη και την Καινή Διαθήκη.

ΘΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΟ ΚΟΣΜΟ
Ο μύθος του έρωτα και της ψυχής. Η ψυχή παριστάνεται σαν πεταλούδα ο δε έρωτας σαν πτερωτό παιδί. Συμβολίζει τον πόθο της ένωσης στην μακαριότητα του Παραδείσου. Πολλές φορές απεικονίζονται ερωτευμένοι νέοι να συλλέγουν σταφύλια ή άνθη. Ο συμβολισμός είναι ο ίδιος.
Οι τέσσερις εποχές. Από τα πιο προσφιλή θέματα. Εικονίζονται με την μορφή τεσσάρων γυναικών που φέρουν στα κεφάλια τους: ρόδα η Άνοιξη, στάχυα το Καλοκαίρι, κλήματα το Φθινόπωρο, κλάδους ελαίας ο Χειμώνας. Η ηλικία τους είναι ανάλογη με την εποχή που αντιπροσωπεύουν. Συμβολίζουν την ζωή που προέρχεται από τον θάνατο.
Η περιστερά. Ένα από τα κορυφαία σύμβολα. Άλλοτε φέρει κλαδί ελιάς ή δάφνης στο ράμφος της συμβολίζοντας την ψυχική ειρήνη στον Παράδεισο. Όταν κάθεται σε αγγείο ή πετάει σε παραδεισιακό τοπίο συμβολίζει την αθωότητα των ψυχών, όσων πέθαναν για τον Χριστό. Άλλοτε εικονίζονται δύο ή παραπάνω περιστερές να κάθονται σε κύλικα – αρχαίο κύπελλο – να πίνουν νερό που συμβολίζει το νερό της ζωής.


Η περιστερά επί του κύλικος

Ο ταώς (παγώνι). Ένα ακόμη προσφιλές θέμα. Συμβολίζει την αθανασία της ψυχής.
Το ελάφι. Συμβολίζει την ψυχή που επιποθεί τον Κύριο.
Τα ειδυλλιακά τοπία. Παριστάνονται με φυτά και άνθη και συμβολίζουν τον Παράδεισο.
Ο φοίνικας. Συμβολίζει τον Παράδεισο. Όταν ζωγραφίζονται κλαδιά του φοίνικα συμβολίζουν την νίκη κατά του θανάτου. Ο φοίνικας θεωρείται κατ’ εξοχήν δέντρο της ζωής και πολλές φορές απεικονίζονται γύρω του οι Απόστολοι με την μορφή προβάτων.
Το αμπέλι με τα κλήματα. Από τα πιο γνωστά θέματα. Συμβολίζει τον Χριστό και την Εκκλησία σύμφωνα και με τα λόγια του Χριστού «εγώ είμαι το αμπέλι και εσείς τα κλήματα».
Η ναυς (καράβι). Άλλοτε έχει κυβερνήτη τον Χριστό και συμβολίζει την Εκκλησία που την οδηγεί στον ασφαλή λιμένα της πίστης και άλλοτε τον Επίσκοπο με την ίδια σημασία.
Η άγκυρα. Σύμβολο της ελπίδας. Ανεστραμμένη υπονοεί τον Σταυρό του Κυρίου.
Ο ΙΧΘΥΣ (το ψάρι). Ίσως το πιο γνωστό σύμβολο των Χριστιανών μετά το Σταυρό. Συμβολίζει τον Χριστό και η ακροστιχίδα του σημαίνει την σωτηρία που προσφέρει ο Χριστός. Ι (Ιησούς) Χ(Χριστός) Θ(Θεού) Υ(Υιός) Σ(Σωτήρ). Ο ιχθύς συμβόλιζε και την Θεία Ευχαριστία, όπως και την έννοια του Βαπτίσματος. Οι πολλοί ιχθείς συμβολίζουν τους πιστούς.


Το σύμβολο ΙΧΘΥΣ

Ο Σταυρός. Το «Κυριακό σημείο» κατά τον Κλήμη Αλεξανδρείας είναι το πιο αγαπημένο σύμβολο των Χριστιανών. Είναι το κατ’ εξοχή σύμβολο που δηλώνει και ορίζει τον Χριστιανισμό. Με το γράμμα Ρ στην κεραία του είναι το μονόγραμμα του Χριστού. Από τον Δ΄ αιώνα και μετά συμπλέκεται το μονόγραμμα του Χριστού με τα αποκαλυπτικά γράμμα τα Α – Ω. Τον ανευρίσκουμε τον Σταυρό και στις κατακόμβες ως ταυόμορφο με την μορφή Τ δηλαδή στο μέσο ονομάτων. Π.χ. AGATPE.
Ο Ορφέας: Ο μυθικός ήρωας Ορφέας ο οποίος όταν έπαιζε την λύρα του ημέρωνε τα άγρια θηρία συμβολίζει τον Χριστό που θέλγει με την διδασκαλία του και εξημερώνει τα θηρία των παθών μας.
Εκτός των ανωτέρω απεικονίσεων στις κατακόμβες ζωγραφίζονται – σε σχέση με τα εθνικά δείπνα – ουράνια δείπνα στα οποία παριστάνονται πρόσωπα να τρώνε και να πίνουν. Τα ουράνια αυτά δείπνα πρέπει να εκλαμβάνονται συμβολικά και όχι κυριολεκτικά, διότι αναπαριστούν την μακαριότητα των τεθνεώτων οι οποίοι απολαμβάνουν τον άρτον και τον ιχθύν (Χριστό). Τέτοιου είδους έχουμε στην κατακόμβη της Αγίας Πρισκίλλας, του Αγίου Καλλίστου κ.λ.π.

ΘΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
Αρκετές σκηνές της διήγησης της Παλαιάς Διαθήκης και γνωστά πρόσωπα αυτής χρησιμοποιούνται από την πρωτοχριστιανική Τέχνη. Προσοχή όμως. Οι σκηνές και τα ιστορικά αυτά πρόσωπα δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ιστορικώς αλλά συμβολικώς.
Η πτώση των πρωτοπλάστων.
Από τα αρχαιότερα θέματα της Χριστιανικής ζωγραφικής. Συμβολίζει την αμαρτία και την απομάκρυνση του ανθρώπου από τη σχέση του με το Θεό (Παράδεισο).

Ο Νώε στη κιβωτό. Έχει την έννοια της δεομένης ψυχής.
Η θυσία του Αβραάμ. Συμβολίζει την ψυχή που θα λυτρωθεί με την θυσία.
Ο Μωϋσής αγένειος χτυπώντας με το ραβδί του για να βγάλει νερό. Σύμβολο της λυτρωτικής δύναμης του νερού κατά το Βάπτισμα.
Η ανάληψη του προφήτη Ηλία. Συμβολίζει την προς τον Παράδεισο φορά της ψυχής. Αργότερα θα εικονίζει την ανάληψη του Κυρίου.
Οι τρείς παίδες εν τη καμίνω και ο προφήτης Δανιήλ ανάμεσα στα λιοντάρια. Σύμβολα λυτρώσεως της ψυχής.
Ο προφήτης Ιωνάς. Από τα πιο αγαπημένα θέματα. Η ζωή του ιστορείται σε τρεις ή τέσσερις σκηνές. Συμβολίζει την ανάσταση των νεκρών. Αργότερα θα συμβολίσει την Ανάσταση του Κυρίου.


Ο προφήτης Ιωνάς ρίχνεται στη θάλασσα

ΘΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
Ο καλός Ποιμήν. Συμβολίζει τον Χριστό «εγώ είμαι ο καλός Ποιμένας» Ιωάννη 15:11 ο οποίος ψάχνει να βρει και να σώσει το χαμένο πρόβατο (αμαρτωλό). Αγαπημένο θέμα κυρίως στη Χριστιανική γλυπτική των κοιμητηρίων. Ενέπνευσε και τις νεκρώσιμες ακολουθίες όπου ψάλλεται «το απολωλός πρόβατο εγώ ειμί».


Ο Χριστός ως "Καλός Ποιμήν"

Ο Χριστός ως αμνός. Όταν απεικονίζεται ένας συμβολίζει τον Χριστόν, δύο τους κορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Οι πολλοί τους πιστούς. Τα 12 πρόβατα ολόγυρα του αμνού, τους 12 Αποστόλους. Η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος του 692 απαγορεύει με τον 82 κανόνα της την απεικόνιση του Χριστού ως αμνού. Παρίσταται πλέον με ανθρώπινο χαρακτήρα. Περίφημη είναι η παράσταση του Χριστού ως αμνού στο ψηφιδωτό του Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα.
Η Βάπτιση του Χριστού. Έχει την συμβολική έννοια της λυτρωτικής δύναμης του νερού κατά το Βάπτισμα.
Η θεραπεία του τυφλού. Συμβολίζει την σωτηρία δια του Ιησού, ο οποίος άνοιξε τα μάτια της ψυχής μας.
Η θεραπεία του Παραλυτικού. Ζωγραφίζεται σε δύο φάσεις. Ως άρρωστος και μετά την θεραπεία του από το Χριστό να σηκώνει το κρεβάτι του και να φεύγει. Συμβολίζει την απαλλαγή από την αμαρτία.
Η θεραπεία της αιμορροούσας. Ομοίως συμβολίζει την λύτρωση εκ της αμαρτίας.
Ο χορτασμός των πεντασχιλίων. Οι πέντε άρτοι συμβολίζουν την ευδαιμονία του Παραδείσου.
Ο Ιησούς και η Σαμαρείτιδα. Απεικονίζεται η Σαμαρείτιδα είτε να μεταφέρει το δοχείο με το νερό ή να σκύβει και να το αντλεί από το πηγάδι. Συμβολίζει την αιώνια ζωή δια του Χριστού.
Η ανάσταση του Λαζάρου. Ως γνωστόν η ανάσταση του Λαζάρου τι άλλο μπορεί να υποδηλώνει από την ανάσταση των νεκρών.
Ο Χριστός και οι Απόστολοι. Εικονίζεται ο Χριστός ένθρονος να παραδίδει το Ευαγγέλιο είτε σε όλους τους Αποστόλους είτε στους κορυφαίους Πέτρο και Παύλο. Συμβολίζει την διάδοση των λόγων του Χριστού δια μέσου των Αποστόλων.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κωνσταντίνου Καλοκύρη: Εισαγωγή στη Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία (Η Τέχνη Ανατολής & Δύσεως)

Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Τί συμβουλεύουν οἱ πατέρες γιά τό πάθος τοῦ θυμοῦ

1. Είπε Ο αββάς Αγάθων ότι ο οργίλος και ο θυμώδης άνθρωπος και αν ακόμη αναστήσει νεκρό, δεν γίνεται δεκτός από τον Θεό, αν δεν ξεπεράσει το πάθος του θυμού.
2. Είπε ό άββάς Ποιμήν ότι δεν μπορεί να είναι κανείς μοναχός, αν είναι μεμψίμοιρος, αν είναι εκδικητικός. Δεν μπορεί να είναι μοναχός κάποιος που οργίζεται. Αυτοί που κατέχονται και λειτουργούν αυτά τα πάθη, δεν είναι μοναχοί, έστω κι αν νομίζουν ότι είναι.
3.Ένας αδελφός αισθάνθηκε να ανάβει η οργή μέσα του για κάποιον συνασκητή του. Συγκρατήθηκε όμως, προσευχήθηκε, μακροθύμησε προς τον αδελφό και έτσι πέρασε χωρίς ψυχική ζημιά ο πειρασμός. Τότε είδε να βγαίνει από το στόμα του καπνός!
4. Ο αββάς Υπερέχιος είπε: Εκείνος που δεν μπορεί να συγκρατήσει τη γλώσσα του την ώρα της οργής, αυτός δεν θα μπορέσει να επιβληθεί σε κανένα πάθος του.
5. Ο άββάς Αμμωνάς λέει: Δεκατέσσερα έτη ήμουνα στη σκήτη και παρακαλούσα τον Θεό μέρα και νύκτα να μου δώσει τη Χάρη Του να νικήσω την οργή.
 6. Ρώτησαν ένα Γέροντα· τί είναι οργή; Και εκείνος απάντησε: Φιλονικία, ψευδός και αγνωσία.
7. Ένας Γέροντας είπε: Αν ανταλλάξεις με κάποιον πικρά λόγια την ώρα του θυμού και αρνηθεί ο αδελφός αυτός μετά ότι είπε τα πικρά λόγια αυτά, μην τον ερεθίσεις, με το να του λες «τα είπες». Επειδή μπορεί να παρεκτραπεί αυτός ο αδελφός πάλι και να απαντήσει «ναι, τα είπα και τί έγινε λοιπόν;» και έτσι θα γίνει μεγάλος παροξυσμός. Αλλά σιώπησε, μην πεις τίποτε. Και θα επικρατήσει ειρήνη.
8. Ο αββάς Ησαΐας λέει: Αδελφέ, αν κάποιος σε στενοχωρήσει σε κάτι και βλέπεις ότι χρειάζεται να κάνεις κάποια νύξη γι’ αυτό το θέμα στον αδελφό, αν βρίσκεσαι κάτω από την επήρεια της οργής και είσαι ψυχικά αναστατωμένος, καθόλου να μην του μιλήσεις, για να μη ταραχτείς περισσότερο. Αλλά, όταν διαπιστώσεις ότι και συ και αυτός έχετε ηρεμήσει, τότε μίλησε του. Όχι με τρόπο ελεγκτικό, αλλά σαν να του υπενθυμίζεις το σωστό. Κι αυτό να το κάνεις με πολλή ταπείνωση.
9. Ο άγιος Μάξιμος μας εξηγεί το βάθος των πραγμάτων και λέει: Το επιθυμητικό της ψυχής, όσο πιο συχνά το τροφοδοτούμε, παγιώνει στην ψυχή την έξη της φιληδονίας, η οποία είναι ακατανίκητη. Ο θυμός πάλι, όταν συνεχώς λειτουργείται από τον άνθρωπο, κάνει την ψυχή δειλή και άνανδρη. Θεραπεύονται τα δύο αυτά πάθη ως εξής: Η συνήθεια της φιληδονίας με την εντατική προσευχή, την αγρυπνία και την αυστηρή νηστεία. Ενώ ο θυμός με την καλωσύνη, τα φιλάνθρωπα βιώματα προς τον αδελφό, την αγάπη και την ευσπλαχνία .
10. Τον θυμό τον σταματά η μακροθυμία. Τον ελαττώνει η αγάπη και η συμπάθεια.
11. Πρέπει να οπλίζουμε το θυμό μας μόνο εναντίον των δαιμόνων, οι οποίοι μας πολεμούν μέσω του λογιστικού και έχουν θυμό εναντίον μας.
12. Όποιος νηστεύει από φαγητά και ποτά, ερεθίζει όμως το θυμό με πονηρούς λογισμούς, αυτός είναι όμοιος με πλοίο που ταξιδεύει στο πέλαγος και έχει δαίμονα για πλοίαρχο. Γι’ αυτό ας προσέξουμε το σκύλο μας, δηλαδή το θυμό και ας τον διδάξουμε να σκοτώνει μόνο τους λύκους, τους δαίμονες, και όχι να τρώει τα πρόβατα, αλλά να δείχνει πραότητα προς όλους τους ανθρώπους.
13. Το νου που περιπλανιέται τον σταματά η ανάγνωση, η αγρυπνία και η προσευχή. Την επιθυμία που ανάβει, τη μαραίνει η πείνα, ο κόπος και το αποτράβηγμα από τους ανθρώπους. Το φρενιασμένο θυμό τον καταπαύει η ψαλμωδία, η μακροθυμία και το έλεος.
(Ο θυμός, η οργή και η θεραπεία τους, εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Καρέας 2008)

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Οι επτά σωματικές πράξεις της Μετάνοιας !

Απόσπασμα από το βιβλίο "Άσκηση' του Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού

Στην πρακτική των Πατέρων, που αναλύουμε αναφέρονται επτά σωματικές πράξεις στις οποίες στηρίζονται οι τρόποι και τα έργα της μετάνοιας. Ως πρώτη πράξη στη μετάνοια οι Πατέρες τοποθετούν την η σ υ χ ί α. Είναι η απερίσπαστη διαγωγή. Η απομάκρυνση από τα αίτια, που δημιουργούν τις αφορμές της πτώσης και της ήττας, ειδικά σε όσους είναι ασθενείς χαρακτήρες, αλλά και από αυτόν τον "ὡς λέοντα περιπατοῡντα καί ζητοῡντα νά μάς καταπιή" (' Πέτρ. ε' 8). Με την ησυχία απέχει ο αγωνιστής από τη μάταιη και άσκοπη μέριμνα και του επιτρέπεται αν θέλει να στρέψει τη σκέψη και ασχολία του προς το Θεό, απ΄όπου φωτιζόμενος από τη θεία Χάρη ανακαλύπτει τον εαυτό του, που είναι απαραίτητο καθήκον. Δεύτερη πράξη θεωρείται η ν η σ τ ε ί α. Με αυτήν καταβάλλεται και δεσμεύεται ένας από τους γίγαντες της διαστροφής - η γαστριμαργία - ο ακαταγώνιστος σύμμαχος της φύσης και του διαβόλου. Με αυτήν αιχμαλωτίζει ο τελευταίος τα πλείστα των θυμάτων του. Το πόσο απαραίτητη είναι αυτή η πράξη το απέδειξε ο Κύριος μας, όταν ανέλαβε με την παρουσία του την ανάπλασή μας, μετά το θείο βάπτισμα στον Ιορδάνη. Ποιος τώρα μπορεί να αμφισβητήσει το βάθρο αυτό της μετανοίας, της ανάπλασης, της ανάστασης, της σωτηρίας; Εάν ο αναμάρτητος και απαθής νηστεύει - και μάλιστα παρατεταμένα - ποιος θα προφασιστεί αδυναμία ή άρνηση; Αφήνω και την άσκηση της δίψας που οι έμπειροι της εγκρατείας προβάλλουν ως άριστο άθλημα κατά των παράλογων ορέξεων. Την α γ ρ υ π ν ί α, ως τρίτη πράξη, συνιστούν οι Πατέρες. Είναι το αποτελεσματικότερο μέσο φωτισμού του νου και γεννήτρια της προσευχής. Ο κόρος της υπνηλίας υποβιβάζει άμεσα τη διαύγεια του νου. Μειώνεται η διανοητική ικανότητα της λογικής φύσης να συγκρίνει, διακρίνει, επιλέξει και εφαρμόσει όσα η νόμιμη άσκηση απαιτεί. Η αγρυπνία, ως μέσο της φίλης των Πατέρων μας φιλοπονίας, πάντοτε προηγείτο στους ασκητικούς αγώνες. Και είναι γνωστή η υπερβολική άσκηση των Πατέρων στην αγρυπνία. Επέμεναν στα πολλαπλά οφέλη αυτής της αρετής, επειδή συντελούσε άριστα στη διανοητική εργασία από την οποία εξαρτώνται όλα εφ΄όσον "νοῡς ορᾶ καί νοῦς ακούει" και εκλέγει και εκτελεί. Τέταρτη και πέμπτη πράξη τοποθετούν οι Πατέρες την π ρ ο σ ε υ χ ή και την ψ α λ μ ω δ ί α. Πράγματι διαιρούσαν την εργασία της προσευχής σε δύο τρόπους, που επικρατούν στην τόσο σημαντική αυτή παναρετή. Στο όνομα της προσευχής χάραξαν την έννοια της εσωστρέφειας και ειδικά της "κατά μόνας" προς το Θεό συνομιλίας. Εκεί ο καθένας επιρρίπτει τον εαυτό του μπροστά στη θεία ευσπλαχνία και αγαθότητα και με επίμονη εξομολόγηση, δέηση, ικεσία, παράκληση ή και ευχαριστία αναφέρει τον πόνο και τον πόθο του προς "τόν δυνάμενον σῴζειν" Χριστό, το Θεό μας. Η ψ α λ μ ω δ ί α χρησιμοποιείται στις ομαδικές συναθροίσεις των πιστών. Με την υμνολογία επιτελείται εορταστικότερα η κοινή προσευχή και αυτό είναι περισσότερο αποδεκτό και εφαρμόσιμο από το λαό. Έκτη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την α ν ά γ ν ω σ η και μελέτη λόγων και παραγγελμάτων που μας κατευθύνουν στην εν Χριστώ πνευματική μας ζωή. Ο λόγος τους Κυρίου μας "ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου" αυτό σημαίνει: Να μάθει και να κατανοήσει τις εντολές μου το θέλημά μου και μετά να γίνει τηρητής (τηρών αυτάς). Και αυτός "ἐστιν ό ἀγαπῶν με". Στο Μωσαϊκό νόμο απαιτητικότερα διέταζε ο Θεός τη μελέτη του θελήματός του και την ενασχόληση με αυτό για να μη παραλείπεται, ως καθήκον, η ακριβής τήρηση και εφαρμογή του. "Ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καί νυκτός" (Ψαλμ α' 2). Μια από τις σπουδαιότερες φροντίδες αυτού που θέλει να απαλλαγεί από τη λύσσα του "ὠρυομένου ὡς λέοντος" εναντίον μας, κατά τον Παύλο, είναι το να "μή ἀγνοώμεν τά νοήματα αὐτοῦ" (πρβλ Β' Πετρ. α' 21). Επειδή οι φίλοι και δούλοι του Θεού «οὐκ ἰδίῳ θελήματι ἀλλά Πνεύματι Ἁγίῳ φερόμενοι ἐλάλησαν καί ἔγραψαν» (πρβλ Β' Πετρ. α' 21), είναι πλέον καθήκον η μελέτη και έρευνα των λόγων και των συγγραφών τους προς πλήρη διαφώτιση και μάθηση του αόρατου πολέμου που ασίγαστα διεξάγουμε. Έβδομη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την ε π ε ρ ώ τ η σ η τ ω ν ε μ π ε ί ρ ω ν για κάθε λόγο και πράξη. Με αυτόν τον τρόπο επισφραγίζεται το ταπεινό φρόνημα. Απουσιάζει ή αυταρέσκεια και η απειρία. "Τοῖς ταπεινοῖς" δίνει ο Κύριος το φωτισμό και τη Χάρη του. Το τέλος όλης αυτής της προσπάθειας και ετοιμασίας είναι η υπομονή, ώστε "μήτε θαρρεῖν, μήτε ἀπογιγνώσκειν" απ' όσα συνήθως συμβαίνουν είτε χαροποιά είτε επίπονα.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ "ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ" - ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ

Ερμηνεία του «Κύριε ελέησον»
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Τόμος Ε'

Συνοπτικά σχόλια
Και αυτό το μικρό κείμενο, που πραγματεύεται με χαριτωμένη απλότητα για την μονολόγιστη ευχή, παραδίδεται από τους συλλέκτες των πατερικών κειμένων της Φιλοκαλίας ανωνύμως και μέσα από τις προθέσεις τους να γνωσθεί και να καλλιεργείται από τον λαόν του Θεού η γλυκύτατη νοερά προσευχή. Για να θεμελιώσει δε την αναγκαιότητα της εκζητήσεως του θείου ελέους, ο συντάκτης του μικρού αυτού δοκιμίου ανατρέχει στην εποχή των Αποστόλων, που παρέδωσαν την ευχή, συμφώνως και προς άλλους διδασκάλους της νοεράς προσευχής. Παρ' ότι περιέχει απόψεις κοινές πλέον, γύρω από την ευχή του Ιησού, όμως, στην απλότητα του, οικοδομεί, πείθει, κατανύσσει με την ιδιαίτερη χάρη του, οπότε και με αυτό επιτυγχάνεται ο σκοπός των εκδοτών της Φιλοκαλίας, ώστε να δικαιούται να ενσωματωθεί σ' αυτή.
Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν. Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου. Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση• γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά• εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι. Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά.
Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη1 κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο• και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού2 και με το θειο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί. Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του. Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό3 και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος; Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.
Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο; Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου• δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας• δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ• δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου• δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου• δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος• δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό• δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό• δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».
Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού• γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε. Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος• έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός• έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του• έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια• έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε* έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του. Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;
1. Ψαλμ. 17, 10.
2. Ιω. 1,12.
3. Λουκ. 15, 20.